Την Κυριακή που μας έρχεται στον Ιερό Ναό Της Του Θεού Σοφίας στην Κομοτηνή θα τελεστεί από το Μητροπολίτη Μαρωνείας και Κομοτηνής η αρχαιοπρεπής Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου του πρώτου Ιεράρχη των Ιεροσολύμων επ ευκαιρία της εορτής του. Ακουούθως θα γίνει μνημόσυνο υπέρ αναδασώσεως των 4 κληρικών που μαρτύρησαν επί Βουλγαρικής Κατοχής στη Ροδόπη ,όλοι τους λίγο πριν αποχωρήσουν από εδώ οι Βούλγαροι:
1. Ἱερέως Δημητρίου Καβάζη, Ἐφημερίου Κρωβύλης, 29-04-1944
2. Ἱερέως Γεωργίου Βουλγαράκη, Ἐφημερίου Νέας Ἀδριανῆς, 13-11-1944 ,
3. Ἱερέως Θεοδώρου Παπαδοπούλου, Ἐφημερίου Αἰγείρου, 22-06-1941 καὶ
4. Ἱερέως Βαγιάνη Ἐμμανουηλίδη, Ἐφημερίου Συκοράχης, 25-06-1944,
των οποίων το μνημείο ευρίσκεται όπισθεν του Αγίου Βήματος του Ιερού Ναού
Ποιοι ήταν .
Όπως έχει αναφέρει σε άρθρο του κατά το παρελθόν ο Αρχιμανδρίτης Πορφύριος Σοφός οι εθνομάρτυρες ιερείς ήταν :
Πρῶτος ἦταν ὁ ἱερεὺς Θεόδωρος Παπαδόπουλος.
«Γεννήθηκε τὸ 1880 στό χωριὸ Μοσχονιὰ τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης. Χειροτονήθηκε ἱερέας τὸ 1910 στήν Κωνσταντινούπολη. Μετὰ τή Μικρασιατικὴ καταστροφή καὶ τὴν ἀνταλλαγή, ἦρθε στή Ροδόπη. Τὸ 1926 διορίστηκε ἐφημέριος στόν Αἴγειρο. Ζοῦσε μὲ φόβο Θεοῦ. Ἡ πραότητα, τὸ φίλεργον καὶ φιλανθρωπία του εἶχε κερδίσει τίς ψυχὲς τοῦ ποιμνίου του. Τὸ 1941 ἀμέσως μετὰ τὴν ἂφιξη τῶν Βουλγάρων, στρατιωτικὸ ἀπόσπασμα πῆγε στό σπίτι του καὶ ἀναζητοῦσε ὅπλα καὶ παρόλο που ἦταν κλινήρης, τὸν βασάνισαν. Μετὰ τὴν κακοποίηση στίς 22 Ἰουνίου τοῦ 1941 παρέδωσε τὴν ψυχὴ του εἰς Κύριον, σὲ ἡλικία 64 ἐτῶν. Ἐτάφη στόν προαύλιο χῶρο τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου Αἰγείρου.»
Δεύτερος ἦταν ὁ ἱερεὺς Δημήτριος Καβάζης.
«Γεννήθηκε στήν Κεσσάνη τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης τὸ 1890. Μετὰ τὴν ἀνταλλαγὴ ἐγκαταστάθηκε στό χωριὸ Κρωβύλη τοῦ Νόμου Ροδόπης, ὅπου νυμφεύθηκε. Τὸ 1931 χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μαρωνείας Ἄνθιμο καὶ διορίστηκε ἐφημέριος στήν Κρωβύλη. Τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1941 οἱ Βούλγαροι πῆραν τὰ κλειδιά τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ ἀπαγόρευσαν νά λειτουργεῖ. Ἀργότερα τοῦ ἐπέτρεψαν νά ἱερούργησει σέ τρία χωριά: Κρωβύλη, Ἀετοκορυφή καὶ Μαρώνεια. Ὡς κυρίαρχοι ἤθελαν νά τὸν πείσουν νά λάβει βουλγαρικὴ ὑπηκοότητα καὶ νά προσχωρήσει στήν σχισματικὴ Ἐκκλησία- ἐξαρχία. Ὁ π. Δημήτριος ὃμως ἦταν ἀνυποχώρητος καὶ στέρεος στήν πίστη καὶ στὴν πατρίδα του. Οἱ Βούλγαροι τοῦ ζήτησαν νά παραδώσει τὰ ὅπλα που ἔκρυβε. Δοκίμασε ὅλη τὴν βαρβαρότητά τους. Ἀφοῦ τὸν ἔριξαν στό ἔδαφος καὶ τὸν τσαλαπατοῦσαν στό στῆθος, ἔφτασαν στό σημεῖο νά πεταλώσουν τὰ πέλματά του! Ὑπέφερε τόσο πολύ που σχεδὸν σερνόταν γιά νά ἐκτελέσει τὰ καθήκοντά του. Στίς 20 Ἀπριλίου τοῦ 1944 τὴν πρό τοῦ Ἑσπερινοῦ, οἱ Βούλγαροι μπῆκαν στήν Ἐκκλησία, τὸν ἅρπαξαν καὶ τὸν ἔσυραν στό βουνό. Τὸν βασάνισαν ἀπάνθρωπα καὶ ζωντανὸ ἄκομα τὸν ἔριξαν σὲ ἕναν λάκκο στή θέση Τσακὰλ Μπαϊρ Ἰσμάρου καὶ τὸν λιθοβόλησαν. Στίς 29 Ἀπριλίου 1944 παρέδωσε τὴν ψυχὴ του εἰς Κύριον. Ἐτάφη στό προαύλιο τοῦ Ναοῦ τῆς Κρωβύλης.»
Ὁ τρίτος: ὁ ἱερεύς Βαγιάννης Ἐμμανουηλίδης.
«Γεννήθηκε στό χωριὸ Γραβούνα τῆς Κισσάνης τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης τὸ 1872. Γιά 42 ἔτη ὑπηρέτησε τὸ ἱερὸ θυσιαστήριο, 20 ἔτη σὲ διάφορες ἐνορίες τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης καὶ μετὰ τὴν ἀνταλλαγή, τὰ ἑπόμενα 22 ἔτη στόν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίου Γεωργίου Συκορράχης. Καθ΄ ὅλη τή διάρκεια τῆς Βουλγαρικῆς κατοχῆς συνελήφθη καὶ βασανίστηκε πολλὲς φορές. Παρὰ τὸ προχωρημένο τῆς ἡλικίας του παρέμεινε σταθερὸς στό καθῆκον του. Τὸ 1943 συνέλαβαν τὰ παιδιὰ του γιά νά κάμψουν τὸ ἠθικὸ του, ἀλλὰ ἐκεῖνος παρέμεινε σταθερὸς μὲ ἀποτέλεσμα νά τὸν συλλάβουν καὶ νά τὸν κακοποιήσουν βάναυσα. Ἀπεβίωσε στίς 25 Ἰουνίου 1944. Ἐτάφη στό κοιμητήριο τῆς Συκορράχης καὶ μετὰ τὴν ἀποχωρήση τῶν Βουλγάρων ἀπὸ τή Δυτική Θράκη τὰ ὀστᾶ τοῦ βασανισμένου Ἱερέως μετενταφιάστηκαν στό προαύλιο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Συκορράχης.»
Ὁ τέταρτος: ὁ ἱερεὺς Γεώργιος Βουλγαράκης.
« Γεννήθηκε στά Μάλγαρα τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης, ἔλαβε μέρος στή Μικρασιατικὴ ἐκστρατεία καὶ παρασημοφορήθηκε «ἐπ΄ἀνδραγαθίᾳ» καὶ προήχθη στόν βαθμὸ τοῦ λοχία. Μετὰ τὴν ἀνταλλαγὴ ἐγκαταστάθηκε στό χωριὸ τῆς Νέας Ἀδριανῆς. Ἀσχολήθηκε μὲ τή γεωργία, τή μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ τοὺς βίους τῶν Ἁγίων. Μαρτυρεῖται πως εἶχε ὡραία καὶ μελωδικὴ φωνὴ καὶ ἔψαλε μὲ πίστη καὶ ἁπλότητα. Τὸ 1939 χειροτονεῖται διάκονος καὶ τὸ 1940 πρεσβύτερος. Ὁ π. Γεώργιος ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ἔγινε στόχος τῆς βαρβαρότητας τῶν Βουλγάρων. Ἀρχικὰ κατηγορήθηκε γιά παράνομη κατοχὴ ὅπλων (συνήθης καί κοινὴ κατηγορία γιά ὅλους…). Στό κοινοτικὸ κατάστημα Νέου Σιδηροχωρίου τὸν χλεύασαν, τὸν βασάνισαν καὶ τὸν ἄφησαν ἐλεύθερο μὲ τὸ στόμα γεμάτο μώλωπες καὶ πληγές. Τὰ βάσανά του συνεχίστηκαν στό χωριὸ Κόσμιο καὶ ἔμεινε κλινήρης γιά δύο μῆνες. Ἐπιπλέον ἀπαιτοῦσαν νά μάθει τή βουλγαρικὴ γλώσσα γιά νά τελεῖ τή Θεία Λειτουργία. Ὁ π. Γεώργιος μὲ γενναῖο φρόνημα ἀρνήθηκε καὶ τότε τὸν ἔκριναν ἄξιο θανάτου, τὸν χτύπησαν ἀλύπητα καὶ τὸν ἐγκατέλειψαν ἡμιθανῆ. Ὀκτὼ ἡμέρες ἦταν ἐτοιμοθάνατος. «- Μὴ λυπεῖσθε. Οἱ Βούλγαροι θὰ φύγουν γρήγορα.» Αὐτὰ ἦταν τὰ τελευταῖα λόγια του πρὶν παραδώσει τὸ πνεῦμα του στόν Κύριο που τόσο ἀγάπησε καὶ ὑπηρέτησε ἕως τέλους. Ἀπεβίωσε στίς 13 Νοεμβρίου 1944 καὶ ἐτάφη στό προαύλιο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Νέου Σιδηροχωρίου. Τὰ λόγια του βγήκαν ἀληθινά, μὰ τὰ Ἐλευθέρια τῆς πατρίδας του ἐκεῖνος τὰ ἑόρτασε στούς οὐρανοὺς μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους τόσους καὶ τόσους ἐθνομάρτυρες γνωστοὺς καὶ ἀγνώστους.”