Το Διοικητικό Συμβούλιο του Δικηγορικού Συλλόγου Ροδόπης κατά την σημερινή του συνεδρίαση στις 13-11-2023, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το υπό ψήφιση φορολογικό νομοσχέδιο, λαμβάνοντας υπόψη την από 11-11-2023 απόφαση της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος, αποφάσισε:
- Την αποχή των μελών του από δίκες συμφερόντων του Δημοσίου (Δημόσιο, ΝΠΔΔ, ευρύτερος δημόσιος τομέας όπως καθορίζεται από τον Ν. 4270/2014) μέχρι την ψήφιση του Νομοσχεδίου (δηλαδή όπου το Δημόσιο είναι ενάγον, αιτούν, προσφεύγον, παρίσταται για υποστήριξη κατηγορίας κλπ., ήτοι σε περίπτωση όπου τα Δημόσιο έχει συμφέρον για την συνέχιση της δίκης και ΟΧΙ όπου το αντίδικο μέρος του δημοσίου έχει συμφέρον για την συνέχιση της Δίκης).
- Την αποχή των μελών του από όλες τις δίκες στις 16 και 17/11/2023 και 21 και 22/11/2023.
- Την αποχή των μελών του από έκδοση διαταγών πληρωμής από δάνεια με αιτούσες Τράπεζες και εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων, καθώς επίσης και από εντολές προς εκτέλεση, ενόψει της κατάθεσης νομοσχεδίου για τα funds και μέχρι την ψήφιση του νομοσχεδίου, λαμβανομένης υπόψιν της πάγιας θέσης της Ολομέλειας για την προστασία των οικονομικά αδύναμων και ευάλωτων πολιτών.
- Την αποχή των μελών του από τις επιτροπές όπου μετέχουν ως μέλη δικηγόροι (ΣΥΠΟΘΑ, Δασικοί Χάρτες, Ενστάσεων κτηματολογικών διαφορών, Μητρώο Νομικών Εισηγητών Κτηματολογίου κλπ.)
- Τη συμμετοχή στην πορεία διαμαρτυρίας και στη συγκέντρωση έξω από το Υπουργείο Οικονομικών στις 22/11/2023 και ώρα 13:00΄.
- Τη δημιουργία ενιαίου μετώπου με όλους τους επιστημονικούς και επαγγελματικούς φορείς με σκοπό την απόσυρση των εξαγγελθέντων φορολογικών μέτρων.
Με τα νέα φορολογικά μέτρα η Κυβέρνηση δεν καταπολεμά τη φοροδιαφυγή. Προστατεύει τους λίγους, τα μεγάλα εισοδήματα, σε βάρος των πολλών.
Με την εισαγωγή φορολογητέου τεκμαρτού εισοδήματος, με τη φορολόγηση δηλαδή εισοδήματος που δεν έχει αποκτηθεί, οδηγείται σε αφανισμό μεγάλο τμήμα ελευθέρων επαγγελματιών και επιστημόνων. Αντί η Κυβέρνηση να μας στηρίξει, μας δίνει τη χαριστική βολή. Υιοθετεί οριζόντια και άδικα μέτρα και επιλέγει την ισοπεδωτική πρακτική «καλύτερα λίγα από πολλούς παρά πολλά από λίγους».
Η Κυβέρνηση δείχνει ότι αγνοεί την πραγματικότητα που βιώνει η πλειοψηφία των ελευθέρων επαγγελματιών, των επιστημόνων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, μετά από την υπερδεκαετή οικονομική και κοινωνική κρίση, λόγω μνημονίων, πανδημίας, ενεργειακής κρίσης και πληθωρισμού.
Η Κυβέρνηση αγνοεί τα στοιχεία, που η ίδια διαθέτει και τα οποία αποδεικνύουν ότι ένα σημαντικό τμήμα των ελευθέρων επαγγελματιών αδυνατεί να ανταποκριθεί σε βασικές υποχρεώσεις και έχει σημαντικές οφειλές προς το Δημόσιο, τις Τράπεζες, τα Ασφαλιστικά Ταμεία. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΚΑ, το 33% των δικηγόρων βρίσκονται σε ρύθμιση οφειλών, ενώ ένας ιδιαίτερα μεγάλος αριθμός έχει απωλέσει, λόγω αδυναμίας, τις ρυθμίσεις, στις οποίες είχε υπαχθεί και βρίσκεται ενώπιον καταδιωκτικών μέτρων. Σημειωτέον δε ότι 12.977 δικηγόροι συστεγάζουν την επαγγελματική τους δραστηριότητα με την κατοικία τους, λόγω της αδυναμίας τους να καλύψουν τα επαγγελματικά τους έξοδα.
Η Κυβέρνηση, προκειμένου να στηρίξει την επιλογή της, χαρακτηρίζει όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες, αδιάκριτα, συλλήβδην, ως φοροφυγάδες και μεταφέρει τη λογική του «Νόμου Κατρούγκαλου» στη φορολόγηση, χωρίς να ξεχνάμε βέβαια και την πρόσφατη υπέρογκη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, που η ίδια η Κυβέρνηση επέβαλε.
Ταυτόχρονα, επιχειρεί να ταυτίσει τους ελεύθερους επαγγελματίες με τους μισθωτούς, ενώ γνωρίζει ότι πρόκειται για διαφορετικές κατηγορίες, όπως έχει κρίνει και το ΣτΕ (αποφάσεις 1880 και 1888/2019), και οι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν έχουμε αφορολόγητο εισόδημα, ούτε τις εκπτώσεις και τις απαλλαγές των μισθωτών. Και παράλληλα, για τον προσδιορισμό του τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος χρησιμοποιείται, όχι ο καθαρός φορολογητέος μισθός του μισθωτού αλλά ο μικτός μισθός, συνυπολογιζομένων και των ασφαλιστικών εισφορών.
Περαιτέρω, το τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα προσαυξάνεται αφενός με βάση το χρόνο άσκησης του επαγγέλματος και αφετέρου σωρευτικά με βάση το ετήσιο κόστος μισθοδοσίας και με βάση συντελεστή, όταν ο ετήσιος τζίρος είναι μεγαλύτερος από τον μέσο όρο του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ. Το τελευταίο έχει ως αποτέλεσμα να μην αναγνωρίζονται πραγματοποιηθέντα επαγγελματικά έξοδα, μέτρο βαθύτατα αντιαναπτυξιακό και ενισχυτικό της φοροδιαφυγής.
Η επίκληση ότι τα τεκμήρια είναι μαχητά, είναι προσχηματική και δεν αντέχει σε κριτική, αφού τυχόν προσπάθεια αμφισβήτησής τους, δικαστικά ή διοικητικά, καθίσταται στην πράξη, όπως έχει ήδη αποδειχθεί κατά το παρελθόν, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, αλυσιτελής και περαιτέρω διότι αφορά μόνο περιπτώσεις εγκυμοσύνης, ασθένειας και στρατιωτικής θητείας.
Η Κυβέρνηση επιστρατεύει αναχρονιστικές, άδικες και ισοπεδωτικές μεθόδους καταπολέμησης της φοροδιαφυγής που ανήκουν σε περασμένες δεκαετίες, την ίδια στιγμή που επαίρεται ότι έχει στη διάθεσή της νέα εργαλεία ελέγχου (έμμεσες τεχνικές ελέγχου, mydata, σύνδεση ταμειακών μηχανών με Υπουργείο Οικονομικών, εγκατάσταση POS κλπ), ομολογώντας με αυτό τον τρόπο την πλήρη αποτυχία τους.
Μάλιστα, το νέο τεκμαρτό εισόδημα έρχεται να προστεθεί σε άλλα δύο ήδη υφιστάμενα τεκμήρια: τα τεκμήρια διαβίωσης και το τέλος επιτηδεύματος. Η σωρευτική εφαρμογή τριών (!) τεκμηρίων έχει ως αποτέλεσμα η φορολόγηση να μην έχει πλέον καμία απολύτως σχέση με τη φοροδοτική ικανότητα κατά παράβαση της βασικής συνταγματικής επιταγής. Στον συνημμένο πίνακα εμφαίνονται παραδείγματα φορολόγησης δικηγόρων με το νέο σύστημα, από τα οποία αποδεικνύεται η αυξημένη φορολόγησή τους.
Για τους δικηγόρους, τα νέα φορολογικά μέτρα και μάλιστα χωρίς να έχει προηγηθεί οποιοσδήποτε διάλογος συνιστούν τη σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της οργής και της αγανάκτησης.
Έρχονται να προστεθούν ιδίως στην κυβερνητική αδιαφορία για την στήριξη του δικηγορικού επαγγέλματος, κατά την περίοδο της πανδημίας, στην αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, στην κατάργηση της υποχρεωτικής παράστασης στα συμβόλαια, στην μη μείωση του ΦΠΑ στις δικαστηριακές υπηρεσίες, στην μη επέκταση της απαλλαγής από τον ΦΠΑ για εισοδήματα μέχρι 25.000 ευρώ, τη μόνη μνημονιακή υποχρέωση που δεν υλοποιήθηκε- για το όριο απαλλαγής δε, πρέπει να διευκρινιστεί ρητώς ότι δεν θίγεται από το τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα-, στις καθυστερήσεις καταβολής αποζημιώσεων Νομικής Βοήθειας, στην απορρύθμιση των δικηγορικών αμοιβών στον ιδιωτικό τομέα, δικηγορικά γραφεία και δικηγορικές εταιρείες, στην απαξίωση των αμοιβών των εμμίσθων δικηγόρων, στην μη επαναρτίωση του λογαριασμού του ΟΑΕΔ, στην μη κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
Η Κυβέρνηση αγνοεί επιδεικτικά το γεγονός ότι οι δικηγόροι είναι η μόνη κατηγορία ελευθέρων επαγγελματιών και επιστημόνων που προκαταβάλει φόρο, ασφαλιστικές εισφορές και ΦΠΑ για την αμοιβή τους, μέσω των γραμματίων προείσπραξης.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι για το έτος 2022 οι δικηγόροι προκατέβαλαν ποσό 30.040.525 ευρώ για φόρο, ποσό 42.391.509 ευρώ για ασφαλιστικές εισφορές και ποσό 48.908.146 ευρώ για αναλογούντα ΦΠΑ.
Η ταξική και τοξική ταυτόχρονα στόχευση των μικρών και μεσαίων εισοδημάτων, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της εθνικής οικονομίας, γίνεται ακόμη εμφανέστερη εάν αναλογιστούμε τη δυσμενή μεταχείριση των αυτοαπασχολουμένων έναντι των εταιριών:
Παρότι η μεγάλη πλειοψηφία των εταιριών στην Ελλάδα είναι ζημιογόνος, υπαγόμενες μάλιστα σε ευνοϊκότερους φορολογικούς συντελεστές έναντι των ατομικών επιχειρήσεων, ουδείς κυβερνητικός παράγων προβληματίστηκε για το πώς οι εταιρίες αυτές επιβιώνουν αφήνοντας στο απυρόβλητο, όπως και τη μεγάλη φοροδιαφυγή στα καύσιμα, τα μερίσματα, τη συγκέντρωση κεφαλαίων.
Αντιθέτως, μόνοι οι αυτοαπασχολούμενοι, καλούνται, εκόντες άκοντες, να εμφανίζουν κερδοφορία και δη σε ετήσια βάση.
Η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής προϋποθέτει έναν ουσιαστικό διάλογο μεταξύ όλων των φορέων με στόχο ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα, που θα λαμβάνει υπόψη του τις πραγματικές συνθήκες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και τις ιδιαιτερότητες κάθε επαγγέλματος και θα έχει ως βάση τη συνεισφορά εκάστου ανάλογα με τις δυνάμεις του.
Για εμάς, τους δικηγόρους, είναι πρωτίστως ζήτημα αξιοπρέπειας. Και ως εκ τούτου, ζήτημα αδιαπραγμάτευτο. Διότι χωρίς αξιοπρεπείς δικηγόρους, συλλειτουργούς της Δικαιοσύνης, δεν υφίσταται ανεξάρτητη Δικαιοσύνη και αποτελεσματική άσκηση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας των πολιτών.
Έχουμε την υποχρέωση να σταθούμε δίπλα σε κάθε συνάδελφο αλλά και σε κάθε πολίτη που πλήττεται από τις Κυβερνητικές επιλογές που κινδυνεύει με επαγγελματικό αφανισμό που στοχοποιείται γενικά, αδιάκριτα ως φοροφυγάς.
Η αντίδρασή μας θα είναι έντονη, θεσμική, μαζική, διαρκής και στοχευμένη.
Η Ολομέλεια εκφράζει την έντονη αντίδρασή της στα φορολογικά μέτρα που εξαγγέλθηκαν, ζητά την άμεση απόσυρσή τους και διεκδικεί την υλοποίηση των αποφάσεων της Ολομέλειας για την στήριξη του επαγγέλματος και συγκεκριμένα:
- Αύξηση του ορίου απαλλαγής από το καθεστώς ΦΠΑ για εισοδήματα μέχρι 25.000 ευρώ
- Μείωση του δικαστηριακού ΦΠΑ
- Κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος
- Επαναφορά της υποχρεωτικής παράστασης στα συμβόλαια
- Θέσπιση υποχρεωτικού πιστοποιητικού νομιμότητας από δικηγόρους σε όλες τις εμπράγματες δικαιοπραξίες
- Κατάργηση της εισφοράς ανεργίας 120 ευρώ υπέρ ΟΑΕΔ
- Αύξηση των αμοιβών των εμμίσθων δικηγόρων του Δημοσίου
- Επανεκτίμηση του ποσού αναφοράς των γραμματίων προείσπραξης